Με τον όρο πτώση, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αναφερόμαστε στην ακούσια κατάληξη στο έδαφος, πάτωμα ή άλλο κατώτερο επίπεδο, εξαιρουμένης της εκούσιας αλλαγής θέσης με σκοπό την ανάπαυση σε έπιπλα, τοίχους ή άλλα αντικείμενα (WHO, 2007). Τόσο σε ερευνητικό όσο και σε κλινικό επίπεδο, παρατηρούμε ότι τα κατάγματα ισχίου αποτελούν την υπ’ αριθμόν ένα κάκωση, αμέσως μετά την πτώση ηλικιωμένων.
Στατιστικά στοιχεία στη χώρα μας, δείχνουν ότι ο ετήσιος αριθμός των ηλικιωμένων με κάταγμα ισχίου είναι περίπου 20.000. Άλλες έρευνες, υπολογίζουν μία πτώση ανά έτος, για το 40% των ηλικιωμένων (Campbell et al, 1981, Tinetti et al,1988). Αξίζει να σημειώσουμε ότι, τα κατάγματα ισχίου μετά από πτώση, προβλέπεται να τετραπλασιαστούν μέσα στα επόμενα 40 χρόνια (Maki et al, 2003).
Οι πτώσεις μπορεί να έχουν καταστροφικές συνέπειες για τους ηλικιωμένους, σε σωματικό, ψυχολογικό, και σε οικονομικό επίπεδο. Ένα πιθανό κάταγμα ισχίου, αποτελεί μια τραυματική εμπειρία, ειδικά το πρώτο χρονικό διάστημα, που συνοδεύεται από οικονομικό κόστος, από την απώλεια της ανεξαρτησίας, από μετεγχειρητικό πόνο, και εύκολη κόπωση. Οι εν λόγω παράγοντες σίγουρα, επηρεάζουν αρνητικά την ψυχολογία των ηλικιωμένων ασθενών. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, αδυνατούν να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα λειτουργικότητας, και δεν προσαρμόζονται εύκολα στα νέα δεδομένα, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε κατάθλιψη.
Συχνά παρουσιάζεται το φαινόμενο φοβίας μιας νέας πτώσης. Ο φόβος, οδηγεί σε άγχος, που περιορίζει σημαντικά τη φυσική δραστηριότητα και τη λειτουργική ικανότητα του ηλικιωμένου(Tinetti et al,1996). Η μη αντιμετώπιση της φοβίας, ουσιαστικά βάζει τον ηλικιωμένο, σε ένα φαύλο κύκλο ψυχολογικών επιπτώσεων, και σωματικών επιπλοκών από την ακινητοποίηση (π.χ. μυϊκή ατροφία).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι, είναι η αργή και προοδευτική εξέλιξη των καθημερινών δραστηριοτήτων, που επιβάλλουν τα μετεγχειρητικά πρωτόκολλα φυσικοθεραπείας, και ορισμένοι ασθενείς δυσκολεύονται να συμμορφωθούν, με κίνδυνο υποτροπής. Για παράδειγμα, ειδικά στην πρώτη φάση αποκατάστασης χειρουργημένου ισχίου (φάση μέγιστης προστασίας), δίνουμε οδηγίες όπως την αποφυγή χαμηλών καθισμάτων ή κάμψης ισχίου μεγαλύτερης των 90 μοιρών, την αποφυγή πλάγιας κατάκλισης με το χειρουργημένο ισχίο να πιέζεται στο κρεβάτι, την αποφυγή προσαγωγής ισχίων, καθώς και την αποφυγή άρσης τεντωμένου σκέλους (SLR).
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει μία ομάδα ασθενών που εκλαμβάνουν την φυσιολογική ταλαιπωρία της μετεγχειρητικής φάσης, ως συνέπεια της γήρανσης, με αποτέλεσμα να παραδίδουν τα <<όπλα>>. Κάτι τέτοιο βέβαια είναι μεγάλο λάθος, το οποίο δύσκολα διορθώνεται, αφού η γρήγορη αποκατάσταση είναι καθοριστικής σημασίας στις μεγάλες ηλικίες.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι πριν το χειρουργείο, αλλά και κατά τη φάση αποκατάστασης, θα πρέπει να ενημερώνεται τόσο ο ίδιος ο ασθενής όσο και το περιβάλλον του, για τις πιθανές δυσκολίες αλλά και για τη βελτίωση που αναμένουμε από το πλάνο θεραπείας. Εφόσον οι ηλικιωμένοι ασθενείς είναι ενήμεροι, θα καταβάλλουν τις μέγιστες προσπάθειες για να ξαναγίνουν λειτουργικοί στην καθημερινότητά τους, με άμεσα ψυχολογικά οφέλη.
Στατιστικά στοιχεία στη χώρα μας, δείχνουν ότι ο ετήσιος αριθμός των ηλικιωμένων με κάταγμα ισχίου είναι περίπου 20.000. Άλλες έρευνες, υπολογίζουν μία πτώση ανά έτος, για το 40% των ηλικιωμένων (Campbell et al, 1981, Tinetti et al,1988). Αξίζει να σημειώσουμε ότι, τα κατάγματα ισχίου μετά από πτώση, προβλέπεται να τετραπλασιαστούν μέσα στα επόμενα 40 χρόνια (Maki et al, 2003).
Οι πτώσεις μπορεί να έχουν καταστροφικές συνέπειες για τους ηλικιωμένους, σε σωματικό, ψυχολογικό, και σε οικονομικό επίπεδο. Ένα πιθανό κάταγμα ισχίου, αποτελεί μια τραυματική εμπειρία, ειδικά το πρώτο χρονικό διάστημα, που συνοδεύεται από οικονομικό κόστος, από την απώλεια της ανεξαρτησίας, από μετεγχειρητικό πόνο, και εύκολη κόπωση. Οι εν λόγω παράγοντες σίγουρα, επηρεάζουν αρνητικά την ψυχολογία των ηλικιωμένων ασθενών. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, αδυνατούν να επιστρέψουν στα προηγούμενα επίπεδα λειτουργικότητας, και δεν προσαρμόζονται εύκολα στα νέα δεδομένα, με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε κατάθλιψη.
Συχνά παρουσιάζεται το φαινόμενο φοβίας μιας νέας πτώσης. Ο φόβος, οδηγεί σε άγχος, που περιορίζει σημαντικά τη φυσική δραστηριότητα και τη λειτουργική ικανότητα του ηλικιωμένου(Tinetti et al,1996). Η μη αντιμετώπιση της φοβίας, ουσιαστικά βάζει τον ηλικιωμένο, σε ένα φαύλο κύκλο ψυχολογικών επιπτώσεων, και σωματικών επιπλοκών από την ακινητοποίηση (π.χ. μυϊκή ατροφία).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι, είναι η αργή και προοδευτική εξέλιξη των καθημερινών δραστηριοτήτων, που επιβάλλουν τα μετεγχειρητικά πρωτόκολλα φυσικοθεραπείας, και ορισμένοι ασθενείς δυσκολεύονται να συμμορφωθούν, με κίνδυνο υποτροπής. Για παράδειγμα, ειδικά στην πρώτη φάση αποκατάστασης χειρουργημένου ισχίου (φάση μέγιστης προστασίας), δίνουμε οδηγίες όπως την αποφυγή χαμηλών καθισμάτων ή κάμψης ισχίου μεγαλύτερης των 90 μοιρών, την αποφυγή πλάγιας κατάκλισης με το χειρουργημένο ισχίο να πιέζεται στο κρεβάτι, την αποφυγή προσαγωγής ισχίων, καθώς και την αποφυγή άρσης τεντωμένου σκέλους (SLR).
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει μία ομάδα ασθενών που εκλαμβάνουν την φυσιολογική ταλαιπωρία της μετεγχειρητικής φάσης, ως συνέπεια της γήρανσης, με αποτέλεσμα να παραδίδουν τα <<όπλα>>. Κάτι τέτοιο βέβαια είναι μεγάλο λάθος, το οποίο δύσκολα διορθώνεται, αφού η γρήγορη αποκατάσταση είναι καθοριστικής σημασίας στις μεγάλες ηλικίες.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι πριν το χειρουργείο, αλλά και κατά τη φάση αποκατάστασης, θα πρέπει να ενημερώνεται τόσο ο ίδιος ο ασθενής όσο και το περιβάλλον του, για τις πιθανές δυσκολίες αλλά και για τη βελτίωση που αναμένουμε από το πλάνο θεραπείας. Εφόσον οι ηλικιωμένοι ασθενείς είναι ενήμεροι, θα καταβάλλουν τις μέγιστες προσπάθειες για να ξαναγίνουν λειτουργικοί στην καθημερινότητά τους, με άμεσα ψυχολογικά οφέλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου