Η νόσος Dupuytren είναι μια ιδιοπαθής πάθηση, η οποία εκδηλώνεται με ενεργοποίηση ινοβλαστών στην παραγωγή κολλαγόνου, με αποτέλεσμα τη ρίκνωση της παλαμιαίας απονεύρωσης. Αυτή η πάθηση, πήρε το όνομά της από το Γάλλο χειρουργό Dupuytren. Εκείνος περιέγραψε για πρώτη φορά, τη χαρακτηριστική σκλήρυνση του ιστού, κάτω από το δέρμα της παλάμης του χεριού.
Η κλινική εικόνα της ν. Dupuytren, εξελίσσεται σταδιακά, αφού στην αρχή παρατηρείται στην παλάμη ένας μικρός υποδόριος όζος. Παρόμοια ρίκνωση ιστού, μπορεί να εκδηλωθεί στα πέλματα των ποδιών (νόσος Ledderhosen). Η ν. Dupuytren είναι ελαφρά επώδυνη, αλλά μπορεί να παραμορφώσει προοδευτικά το χέρι, και να οδηγήσει σε ακούσια σταθερή σύσπαση ενός ή περισσοτέρων δακτύλων. Συνήθως, εκδηλώνεται στον παράμεσο και στο μικρό δάκτυλο, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε άλλο.
Στατιστικά, η ν. Dupuytren παρουσιάζεται κυρίως σε ενήλικες, ενώ μάλιστα υπάρχει ισχυρή κληρονομική προδιάθεση. Είναι συχνότερη στους άντρες, και σε άτομα που πάσχουν από χρόνιες παθήσεις. Η νόσος, δε φαίνεται να σχετίζεται με σύνδρομα υπέρχρησης ή τραυματικές καταστάσεις. Έχει παρατηρηθεί, ότι όσο νωρίτερα ηλικιακά εμφανίζεται η νόσος, τόσο πιο επιθετική είναι για τον ασθενή.
Συνήθως ο γιατρός από την κλινική εξέταση, οδηγείται εύκολα στη διάγνωση της νόσου. Το κύρτωμα του δέρματος, πάνω από τη ρικνωμένη περιοχή είναι χαρακτηριστικό, ενώ παράλληλα μια χορδή ιστού, μπορεί να ψηλαφηθεί κάτω από το δέρμα. Η συντηρητική αντιμετώπιση της νόσου, γίνεται συνδυαστικά με φάρμακα, και φυσικοθεραπείες, για την διατήρηση του εύρους τροχιάς και τη βελτίωση της λειτουργικότητας του άκρου. Η ένεση κορτικοστεροειδούς, μπορεί να συρρικνώσει τους όζους, ενώ τελευταία, κάποιοι γιατροί επιλέγουν την ένεση ενζύμων για τη θεραπεία της νόσου.
Σε σοβαρές περιπτώσεις, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι μονόδρομος, αν και το πρόβλημα μπορεί να υποτροπιάσει. Με την εγχείρηση γίνεται συνήθως αφαίρεση του σκληρού ιστού. Κατά την αφαίρεση της ρικνωμένης παλαμιαίας απονεύρωσης, χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην απελευθέρωση των αγγείων και νεύρων, τα οποία είναι παγιδευμένα από την περιτονία. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστούν δερματικά μοσχεύματα δέρματος ή επιπρόσθετες επεμβάσεις. Εν συνεχεία, το άκρο σταθεροποιείται με επιδέσμους σε ουδέτερη θέση, για μερικές ημέρες και αμέσως μετά ο ασθενής ξεκινάει φυσικοθεραπεία, με έμφαση στην κινησιοθεραπεία. Τέλος, το άκρο συχνά μπαίνει σε νάρθηκα νυκτός, για μερικούς μήνες μετά την εγχείρηση.
Διαβάστε περισσότερα...
Η κλινική εικόνα της ν. Dupuytren, εξελίσσεται σταδιακά, αφού στην αρχή παρατηρείται στην παλάμη ένας μικρός υποδόριος όζος. Παρόμοια ρίκνωση ιστού, μπορεί να εκδηλωθεί στα πέλματα των ποδιών (νόσος Ledderhosen). Η ν. Dupuytren είναι ελαφρά επώδυνη, αλλά μπορεί να παραμορφώσει προοδευτικά το χέρι, και να οδηγήσει σε ακούσια σταθερή σύσπαση ενός ή περισσοτέρων δακτύλων. Συνήθως, εκδηλώνεται στον παράμεσο και στο μικρό δάκτυλο, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε άλλο.
Στατιστικά, η ν. Dupuytren παρουσιάζεται κυρίως σε ενήλικες, ενώ μάλιστα υπάρχει ισχυρή κληρονομική προδιάθεση. Είναι συχνότερη στους άντρες, και σε άτομα που πάσχουν από χρόνιες παθήσεις. Η νόσος, δε φαίνεται να σχετίζεται με σύνδρομα υπέρχρησης ή τραυματικές καταστάσεις. Έχει παρατηρηθεί, ότι όσο νωρίτερα ηλικιακά εμφανίζεται η νόσος, τόσο πιο επιθετική είναι για τον ασθενή.
Συνήθως ο γιατρός από την κλινική εξέταση, οδηγείται εύκολα στη διάγνωση της νόσου. Το κύρτωμα του δέρματος, πάνω από τη ρικνωμένη περιοχή είναι χαρακτηριστικό, ενώ παράλληλα μια χορδή ιστού, μπορεί να ψηλαφηθεί κάτω από το δέρμα. Η συντηρητική αντιμετώπιση της νόσου, γίνεται συνδυαστικά με φάρμακα, και φυσικοθεραπείες, για την διατήρηση του εύρους τροχιάς και τη βελτίωση της λειτουργικότητας του άκρου. Η ένεση κορτικοστεροειδούς, μπορεί να συρρικνώσει τους όζους, ενώ τελευταία, κάποιοι γιατροί επιλέγουν την ένεση ενζύμων για τη θεραπεία της νόσου.
Σε σοβαρές περιπτώσεις, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι μονόδρομος, αν και το πρόβλημα μπορεί να υποτροπιάσει. Με την εγχείρηση γίνεται συνήθως αφαίρεση του σκληρού ιστού. Κατά την αφαίρεση της ρικνωμένης παλαμιαίας απονεύρωσης, χρειάζεται μεγάλη προσοχή στην απελευθέρωση των αγγείων και νεύρων, τα οποία είναι παγιδευμένα από την περιτονία. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να χρειαστούν δερματικά μοσχεύματα δέρματος ή επιπρόσθετες επεμβάσεις. Εν συνεχεία, το άκρο σταθεροποιείται με επιδέσμους σε ουδέτερη θέση, για μερικές ημέρες και αμέσως μετά ο ασθενής ξεκινάει φυσικοθεραπεία, με έμφαση στην κινησιοθεραπεία. Τέλος, το άκρο συχνά μπαίνει σε νάρθηκα νυκτός, για μερικούς μήνες μετά την εγχείρηση.